Μία από τις κορυφαίες ντίβες της Ελληνικής μουσικής σκηνής, η Μπέμπα Μπλανς, κατά κόσμον Αγγελική Κωνσταντοπούλου έφυγε σήμερα από τη ζωή σε ηλικία 73 ετών – Απίστευτες ιστορίες πάθους με πρωταγωνιστές άνδρες και γυναίκες που την λάτρεψαν αλλά και την μίσησαν – Η περίφημη κόντρα της με την Ζωζώ Σαπουντζάκη
“Όλοι οι πελάτες ρωτάνε αν φοράτε σουτιέν” ρωτάει η μαμά Σαπουντζάκη την Μπέμπα Μπλανς ένα βράδυ όπου Ζωζώ και Μπέμπα Μπλανς είναι στο ίδιο σχήμα… Και η απάντηση της Μπέμπα Μπλανς; “Αφού ρωτάνε, πείτε τους ότι φοράω μόνο ένα κιλοτάκι…”» Αποστομοτική. Όπως άλλωστε και όλες οι δηλώσεις της… Αλλά και οι κινήσεις της. Αφηναν άνδρες και γυναίκες με το στόμα ανοιχτό…
Γυναίκα με μπρίο, ταπεραμέντο και μία εξωτερική εμφάνιση που λάβωνε τις αντρικές καρδιές… Γυναίκα που γεννήθηκε για να την λατρέψουν οι άνδρες και να την μισήσουν οι γυναίκες. Αγγελική Κωνσταντοπούλου όμως οι περισσότεροι την γνώρισαν, την θαύμασαν και τραγούδησαν τις επιτυχίες της Μπέμπα Μπλανς. Και η ελληνική μουσική σκηνή από σήμερα είναι φτωχότερη… Σε ηλικία 73 ετών έφυγε από τη ζωή, χτυπημένη από τον καρκίνο που την κυνήγησε αλύπητα για μία δεκαετία σχεδόν.
Η Μπέμπα Μπλανς έζησε το δικό της μύθο με μυστήριο, μία ντίβα και σεξοβόμβα, που ακόμα και τώρα που έφυγε από τη ζωή θα παραμείνει χαραγμένη στη συνείδηση του κοινού. Όπως, άλλωστε, φρόντιζε να λέει η ίδια; «Αυτά που έχω ζήσει δεν νομίζω ότι τα έχει ζήσει άλλη γυναίκα. Μπορεί να έχασα πολλά εκατομμύρια στο Χρηματιστήριο και να μη ζω όπως κάποτε, είμαι όμως πολύ γεμάτη. Όλα τα έκανα στην ώρα τους, στην ηλικία που έπρεπε».
Ηταν ουσιαστικά η πρώτη τραγουδίστρια που υιοθέτησε το αποκαλυπτικό λουκ, χωρίς ενδοιασμούς. Τουαλέτες με διαφάνειες, σκισίματα και εσώρουχα με χαραγμένα τα αρχικά της ΜΜ αναστάτωναν τα αρσενικά που έπιναν νερό στο όνομά της. «Κοριτσάκι, τραγουδούσα στη Θεσσαλονίκη. Εκεί ήμουν ήδη βεντέτα. Είχα πάει λοιπόν σε μια καλή μοδίστρα που μου είχε φτιάξει ένα πολύ ωραίο φόρεμα με βολάν. Το φόραγα μαζί με λευκά σατέν βρακάκια που πάνω τους είχαν τα αρχικά μου, τα δύο “Μ”. Το “σώσε” γινόταν με το φόρεμα αυτό» είχε παραδεχτεί σε συνέντευξή της.
Και όπως διαβάζουμε στην ιστοσελίδα reader.gr διά χειρός Κατερίνας Θεοδωροπούλου «Άνθρωποι που έζησαν το βίο της έχουν παραδεχτεί ότι η Ελληνίδα Μπριζίτ Μπαρντό «κατεδάφιζε εργοστάσια και… εργοστασιάρχες», αφήνοντας να εννοηθεί ότι κανείς δεν αντιστεκόταν στη γοητεία της. «Κάποιοι έκαναν απόπειρες αυτοκτονίας. Έκοβαν τις φλέβες τους για να τους δώσω σημασία, για να τους μιλήσω» δήλωνε κάποτε η ίδια. «Είχα πάει να τραγουδήσω στο Ισραήλ και με ειδοποίησαν ότι πρέπει να φύγω από τη χώρα, γιατί δύο σημαίνοντα πρόσωπα τσακώνονταν μέχρι… θανάτου για μένα. Καμιά φορά αναρωτιέμαι: Σε μένα συνέβησαν όλα αυτά; Θυμάμαι που ένας επιχειρηματίας, πολύ γνωστής φίρμας ψωμιού, προκειμένου να μην πάω στη Μύκονο ένα Σαββατοκύριακο και να μείνω μαζί του, μου χάρισε ένα κρις κραφτ. Ήθελε να μου δώσει ή ένα διαμέρισμα ή ένα σκάφος, και εγώ προτίμησα το δεύτερο» είχε πει.
«Με το νυχτικό σου ήρθες να τραγουδήσεις;» της είπε κάποτε ο Ζαμπέτας, ο μέντοράς της, αφού στο σχήμα, βλέπεις, υπήρχαν η Τζένη Βάνου και η Γιοβάννα!
Για πάρτη της κάποτε η Σωτηρία Μπέλλου παραλίγο να κάνει μακελειό στο Κύτταρο της οδού Ηπείρου, που τότε δεν λεγόταν ακόμα Κύτταρο αλλά όλοι έλεγαν «πάμε στου Μαργωμένου». «Την είχε καψουρευτεί άσχημα τη νεαρή καλλονή και σαν την είδε με τον συνοδό της, η Σωτηρία τράβηξε σπασμένο μπουκάλι» θυμόταν ο άλλος συχωρεμένος, ο κυρ-Ανδρέας ο Γιακουμέλλος, γκαρσόνι τότε και μετέπειτα ιδιοκτήτης του περίφημου ροκ κλαμπ της Αθήνας.
Οσο για την περίφημη σκηνή που αναφέραμε και νωρίτερα με την Ζωζώ Σαπουντζάκη, την μεγαλύτερη σταρ της εποχής «Τότε η Σαπουντζάκη ήταν φίρμα και εγώ στο μεγάλο μου “ανέβασμα”. Διαφωνούσαμε στο πρόγραμμα. Ένα βράδυ που αποφάσισα να φορέσω ένα αποκαλυπτικό ρούχο, έγινε σεισμός στο μαγαζί! Θυμάμαι που ήρθε μετά στο καμαρίνι μου η μαμά της Ζωζώς και μου είπε: “Όλοι οι πελάτες ρωτάνε αν φοράτε σουτιέν”. Και εγώ της απάντησα: “Αφού ρωτάνε, πείτε τους ότι φοράω μόνο ένα κιλοτάκι…”».
Βιογραφικό
Η Μπέμπα Μπλανς πρωτοεμφανίστηκε στο πάλκο το 1964 ερμηνεύοντας το τραγούδι του Γιώργου Ζαμπέτα «Καλωσόρισες βρε Γιώργη». Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 21 Ιουνίου 1944.
Χάρη στο εκρηκτικό της ταμπεραμέντο τροφοδότησε την έμπνευση μεγάλων δημιουργών, όπως του αγαπημένου της Γιώργου Ζαμπέτα που την αποκαλούσε «Μπεμπέκα – βελούδο». Πέρασε στο πάνθεον του ελληνικού τραγουδιού ερμηνεύοντας το 1966 τα τραγούδια «Μιας πεντάρας νιάτα» και «Το καράβι» του Γ. Ζαμπέτα, ενώ είχε συνεργαστεί μεταξύ άλλων, με τη Μαρινέλλα, τον Στράτο Διονυσίου, τον Γιάννη Πουλόπουλο, και σημαντικούς συνθέτες, όπως ο Γιώργος Μητσάκης, ο Γιάννης Καραμπεσίνης και ο Γιάννης Σπανός.
Στο θέατρο συμμετείχε στο έργο «Πεθαίνω σαν Χώρα» του Δημήτρη Δημητριάδη, σε σκηνοθεσία Μιχαήλ Μαρμαρινού που παρουσιάστηκε το 2013 στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών. Η ίδια θα δήλωνε με χιούμορ πως επιτέλους κι εκείνη την «τραβούσαν» φωτογραφίες και βίντεο οι θαυμαστές με τα κινητά τους, αφού στην ακμή της δεν υπήρχαν τέτοιες ευκολίες.